Χηλοειδή. Θεραπεία

χειλοειδέςΤα χηλοειδή είναι καλοήθεις δερματικές βλάβες που προκαλούνται από υπερβολική ανάπτυξη πυκνού ινώδους ιστού λόγω μη ελεγχόμενης σύνθεσης και εναπόθεσης χοριακού κολλαγόνου. Φαίνεται ότι η υπερπαραγωγή ενός χημικού παράγοντα των κυττάρων, του μεταμορφωτικού αυξητικού παράγοντα β1 (TGF, transforming growth factor beta 1) ευθύνεται για την δημιουργία των χηλοειδών. Κάθε κύτταρο στον οργανισμό παράγει TGF-β1, η δράση του οποίου εντοπίζεται στην διαφοροποίηση των κυττάρων, την αγγειογένεση και στην επούλωση. Απελευθερώνεται από τα αιμοπετάλια στο σημείο του τραύματος. Αν και απαραίτητος παράγων για τη διαδικασία της επούλωσης, η υπερπαραγωγή του οδηγεί σε αυξημένη εναπόθεση ινώδους ιστού.
Η αιτιολογία των χηλοειδών είναι άγνωστη. Εμφανίζονται μετά από κάκωση του δέρματος όπως χειρουργική επέμβαση, κάψιμο, εκδορά, εμβολιασμό, ακμή. Μερικές φορές εμφανίζονται αυτόματα. Εμφανίζονται συνήθως στο άνω τμήμα της πλάτης και του θώρακα, στην περιοχή του λαιμού, στους ώμους, στο σαγόνι, στους λοβούς των αυτιών, και στις κνήμες. Εμφανίζονται μόνο στον άνθρωπο και έχουν την τάση να προσβάλλουν συχνότερα άτομα με σκούρο δέρμα. Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις γενετικής προδιάθεσης που περιλαμβάνουν οικογενή κληρονομικότητα, κοινή εμφάνιση σε δίδυμους και μεγάλη επικράτηση σε ορισμένους εθνικούς πληθυσμούς.

Υπάρχουν πολλές θεραπευτικές μέθοδοι για την αντιμετώπιση των χηλοειδών. Κάθε θεραπευτική μέθοδος δρα με διαφορετικούς μηχανισμούς στην αναστολή της ανάπτυξης των χηλοειδών. Τα παλαιά χηλοειδή έχουν πτωχή ανταπόκριση στη θεραπεία.

Οι συνήθεις θεραπευτικές μέθοδοι αντιμετώπισης των χηλοειδών είναι: ενέσεις κορτικοειδών μέσα στον όγκο του χηλοειδούς, επιθέματα με γέλη σιλικόνης, άσκηση πίεσης, κρυοχειρουργική, λέιζερ, φαρμακευτικές θεραπείες (ιντερφερόνη, ρετινοειδή, ενέσεις 5-φθοριοουρακιλης) ακτινοβολία.
Μια από τις πλέον διαδεδομένες θεραπείες στην αντιμετώπιση των χηλοειδών είναι η κρυοχειρουργική. Μέσω της θεραπείας αυτής μεταβάλλεται η σύνθεση του κολλαγόνου με αποτέλεσμα να παράγεται κολλαγόνο με πιο φυσιολογικό φαινότυπο.

Το χηλοειδές ψύχεται σε θερμοκρασίες -20 έως -40 με υγρό άζωτο για διάστημα 10-30 δευτερόλεπτα με μια ειδική συσκευή. Ο ιστός μετά την ψύξη αντιδρά με ερύθημα, οίδημα, φυσαλίδα η και πομφόλυγα, εξίδρωση, και συνήθως επουλώνεται μέσα σε διάστημα 4 εβδομάδων. Ανάλογα με την ανταπόκριση του χηλοειδούς χρειάζονται 4-5 συνεδρίες.

Το μειονέκτημα της ψύξης του χηλοειδούς με επαφή ή ανοιχτό ψεκασμό είναι ότι χρειάζονται πολλές συνεδρίες για να έχουμε ένα καλό αποτέλεσμα. Στην εξ επαφής τεχνική το άζωτο φθάνει σε βάθος μέχρι 2 εκατοστά και στον ανοιχτό ψεκασμό ακόμη λιγότερο. Γι’ αυτό το λόγο τα τελευταία χρόνια γίνεται η ψύξη του χηλοειδούς εκ των έσω (ενδοβλαβική κρυοχειρουργική).

Στην ενδοβλαβική κρυοχειρουργική χρησιμοποιούμε μια επιμήκη μονωμένη βελόνα η οποία έχει διπλό αυλό. Το υγρό άζωτο κυκλοφορεί και ψύχει την βελόνα στην αρχή και μετά όλο τον όγκο του χηλοειδούς. Το αιχμηρό άκρο της βελόνας διαπερνά τη μέση του χηλοειδούς αφού πρώτα γίνει τοπική αναισθησία. Η μέθοδος είναι ανώδυνη και ασφαλής (η βελόνα είναι αποστειρωμένη, μιας χρήσεως). Μετά από 3-4 ώρες θα εμφανισθεί μια φυσαλίδα που θα ξηρανθεί σε 5-7 ημέρες. Έπειτα θα εμφανισθεί μια ξηρή κρούστα. Η πληγή καθαρίζεται 1-2 φορές την ημέρα, με φυσιολογικό ορό και στην συνέχεια, γίνεται εφαρμογή αντιβιοτικής κρέμας έως ότου η πληγή επουλωθεί πλήρως.
Τα οριστικά αποτελέσματα εμφανίζονται σε χρονικό διάστημα 6 μηνών. Εμφανίζεται μια σημαντική μείωση του όγκου του χηλοειδούς (μέσος όρος μείωσης του όγκου του χηλοειδούς μετά από μια θεραπεία είναι 50%, 60% και 70-80% στο στήθος, το πάνω μέρος της πλάτης/τους ώμους και τα αυτιά αντιστοίχως). Επίσης,παρατηρείται γρήγορη ανακούφιση από κνησμό, ευαισθησία και δυσφορία κατά 60-80 %.

 

 

Χηλοειδή. Φωτογραφίες